Πέμπτη 24 Ιουνίου 2010

φυγή

σηκωθηκε και ανοιξε το παραθυρο. αφησε μερικες ασθενικες αχτιδες ηλιου να τις χαϊδεψουν το προσωπο και το ξαναεκλεισε. τραβηξε και τις κουρτινες. ξαναξαπλωσε. το μαξιλαρι στην αγκαλια της και το κεφαλι κατω απο το παπλωμα. πρεπει να σηκωθει. με αδυναμα χερια, σηκωνεται παλι οριστικα. ντυνεται. κατεβαινει τις σκαλες, βγαινει στο δρομο, περπατα για τη δουλεια. το κεφαλι σκυφτο. δεξι, αριστερο, δεξι, αριστερο, δεξι, αριστερο.. υστερα απο αρκετες εναλλαγες στο ποδι που εβλεπε εφτασε. τυπικες ψυχρες καλημερες. δεκαωρο σε μια καρεκλα, εκτος απο ενα δεκαπενταλεπτο διαλλειμα. τυπικες ψυχρες συνομιλιες με ολους, πελατες, συναδελφους, διευθυντη. βραδυ. γυρνωντας σπιτι λυνει τα μαλλια. ανακουφισμενα που ελευθερωθηκαν απο τον αυστηρο κοτσο, αφηνουν το αερακι να παιξει μαζι τους. κοιτα ψηλα. αναμεσα σε δυο πολυκατοικιες το φεγγαρι της γνεφει. ανασαινει βαθια, κατι θυμηθηκε, συνεχιζει να περπατα ριχνοντας κλεφτες ματιες στο φεγγαρι. εφτασε. ξαπλωνει. αγκαλια το μαξιλαρι, το κεφαλι κατω απο το παπλωμα.

σε λιγες ωρες ξημερωνει.σηκωνεται και ανοιγει το παραθυρο. αφηνει μερικες ασθενικες αχτιδες ηλιου να τις χαϊδεψουν το προσωπο και το ξανακλεινει. τραβαει και τις κουρτινες. ξαναξαπλωνει. το μαξιλαρι στην αγκαλια της και το κεφαλι κατω απο το παπλωμα. πρεπει να σηκωθει. με αδυναμα χερια, σηκωνεται παλι οριστικα. ντυνεται. κατεβαινει τις σκαλες, βγαινει στο δρομο, περπατα για τη δουλεια. το κεφαλι σκυφτο. δεξι, αριστερο, δεξι, αριστερο, δεξι, αριστερο.. υστερα απο αρκετες εναλλαγες στο ποδι που εβλεπε εφτασε. τυπικες ψυχρες καλημερες. δεκαωρο σε μια καρεκλα, εκτος απο ενα δεκαπενταλεπτο διαλλειμα. τυπικες ψυχρες συνομιλιες με ολους, πελατες, συναδελφους, διευθυντη. βραδυ. γυρνωντας σπιτι λυνει τα μαλλια. ανακουφισμενα που ελευθερωθηκαν απο τον αυστηρο κοτσο, αφηνουν το αερακι να παιξει μαζι τους. κοιτα ψηλα. αναμεσα σε δυο πολυκατοικιες το φεγγαρι της γνεφει. ανασαινει βαθια, κατι θυμηθηκε, συνεχιζει να περπατα ριχνοντας κλεφτες ματιες στο φεγγαρι. εφτασε. ξαπλωνει. αγκαλια το μαξιλαρι, το κεφαλι κατω απο το παπλωμα.

σε λιγες ωρες ξημερωνει, μα οχι ακομη. κι αυτη τρεχει. φοραει ασπρα, και τα ποδια της ειναι υγρα. εχει βρεξει, κι ακομη να στεγνωσει το χορταρι. πισω της ενα γελιο. μπροστα της ενα αλλο. μεσα της ενα τριτο. το φεγγαρι στον ουρανο γελα κι αυτο.

ξημερωσε. ανοιγει τα ματια. κανει να σηκωθει, να ανοιξει το παραθυρο, ισα να τη χαιδεψουν μερικες ασθενικες αχτιδες ηλιου, με σκοπο να το κλεισει μετα, να ξαπλωσει λιγο παλι, κι υστερα να παει στη δουλεια. μα ξανακλεινει τα ματια. "επαναλαμβανομαι θλιβερα. σα δρομολογιο τρενου". εχει καιρο να μιλησει στον εαυτο της. ανοιγει τα ματια. κοιταει το ταβανι. " επαναλαμβανομαι θλιβερα. σα δρομολογιο τρενου". το λεει πλεον δυνατα, να σιγουρευτει οτι το λεει. ακουει τη φωνη της βραχνη. σκονισμενη. σηκωνεται. πηγαινει στον καθρεφτη. κοιταζεται. μια γραμμη στο μετωπο. "γερασα". ντυνεται και πηγαινει στη δουλεια.

σχολασμα. βγαινει στο δρομο. παει να λυσει τα μαλλια. βλεπει το φεγγαρι. της φαινεται πως γελα. του χαμογελα κι αυτη, πρωτη φορα μετα απο χρονια βλεπει γελαστο φεγγαρι. λυνει τα μαλλια. περπατα χωρις να σκεφτεται πού πηγαινει. ακουει ενα γελιο. σηκωνει τα ματια-ειναι το φεγγαρι! σταματα και το κοιτα. ξεσπαει σε γελια. βγαζει τα παπουτσια. τα ποδια της ειναι υγρα, ειχε βρεξει πριν λιγο. κι αρχιζει να τρεχει. και να γελα. τα ποδια της ισα που αγγιζουν το εδαφος. η γραμμη του μετωπου της φευγει. τα μαγουλα στρογγυλευουν και κοκκινιζουν. απλωνει το χερι. πετά! τα μαλλια της παιζουν με τα συννεφα. τα αστερια φκιανουν γυρω απο το λαιμο της αλυσιδα. ο γαλαξιας κεντά το φουστανι της με εκατομμυρια μικρες λαμψεις. κι αυτη παλευει να χαιδεψει το φεγγαρι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: